Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016


Μόνοι μας, δεν θα τα καταφέρουμε...

Ο μπάρμπα Μαρκος, μια σεβάσμια φιγούρα, ενος λεβέντη που περασε τη ζωή του κυβερνώντας καράβια στους πέντε ωκεανούς, παντα φοβόταν πως θα μπορουσε να παρεξηγηθεί, αναφερόμενος στις τυπικές, μόνο, θρησκευτικές του συνήθειες...
Παντα, ομως, με στωικοτητα το διακινδύνευε...
Χωρις, καν, να μπορει να το ερμηνεύσει, η Κυριακή, είχε παντα, χαρακτηριστική επίδραση, στο συνειδητό και στο υποσυνείδητό του, για τις όποιες θρησκευτικές του εκφάνσεις.
Καθε εβδομάδα ζητούσε την επιβεβαίωση, και καθε βδομάδα ήξερε πως την ελάμβανε, αφιερώνοντας, μόνο μερικα λεπτά υποκριτικής, και φαρισαϊκής προσευχής, μπροστά στις εικόνες των Αγίων που πίστευε πως τον προστάτευσαν στο παρελθόν, αλλα και που συνεχίζουν να τον προστατεύουν σημερα... Καπου καπου, οταν προσευχόταν, κάποιο δάκρυ έτρεχε στις αυλακιές του ανάγλυφου του προσώπου του....
Προφανώς κοροϊδευε τον εαυτό του, όμως αυτήν την κοροϊδία, μόνο ο δικός του εαυτός, φαινόταν πως την είχε απόλυτα ανάγκη.
Ηταν η τυποποιημένη θρησκευτική του δραστηριότητα;
Ηταν, μηπως, η εθελοντική του υπέρβασή?Τι ηταν... τι? Δεν ήξερε ο έρημος...
Όμως γνωριζε, ότι, αισθανόταν μια απέραντη γαλήνη και μια ευδαιμονία μεσα και γυρω του. Η διαδρομή του μπάρμπα Μάρκου προς την Εκκλησία της Κοιμησης της Θεοτοκου... η ολιγόλεπτη προσευχή του στα εικονίσματα, αυτές οι τυπικές διαδικασίες, κάπου εκεί τον έπαιρναν και τον πήγαιναν αλλού, ενδεχομένως στο όνειρο, στην φαντασίωση, στην υπέρβαση...
Ψυχολογικά ωφελείτο απίστευτα. Αγαλλίαση, ψυχική ηρεμία, αισιοδοξία, και ισορροπία... Ποτε δεν έκρυψε σπο τον εαυτό του, πως, ηταν ένας πολύ κακός Χριστιανός, γεμάτος αμαρτίες...
Αν σου μίλαγε για τη ζωή που ηταν σαν να διάβαζες το βιβλίο που περιέγραφε... αναλυτικά, τις αμαρτίες... με παραδείγματα...
�Εκεινη, ομως, την Κυριακή το πρωί, ενα Σεπτέμβρη... η τυπική του επίσκεψη στην εκκλησία , θα τον στιγματίζε για την υπόλοιπη ζωή του...
Ξαφνικά, όλα τα προβλήματα της καθημερινότητας και της ηλικίας, που είναι αρκετα και συνήθως οδυνηρά, χάνονται μονομιάς, με τη μικρη του, αυτη, Κυριακάτικη υπέρβαση... φεύγουν!
Μεσα σε αυτο το ολιγόλεπτο παζάρι με το Θεό, ανάμεσα σε εικόνες Αγίων, ο μπάρμπα Μαρκος, διαπραγματεύεται μια άφεση μέρους των αμαρτιών του, που ξερει πως ειναι τοσο πολλες που θα χρειαστούν άπειρες Κυριακάτικες επισκέψεις στην εκκλησία και άλλες τόσες προσευχές, για να τις λιγοστέψει... και αν προλαβει!
Όμως το όνειρο του, έιχε ήδη ξεκινήσει... Απλα, δεν το γνώριζε...
�Πέρασε στην αρχή από το χώρο στάθμευσης της εκκλησίας, που, είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητό του, για δύο λόγους: να δει, πρώτα, εάν ηταν ακομα εκεί, στη θεση που το αφησε, διοτι με την κοινωνική ανωμαλία που δημιούργησε η "πρώτη φορα αριστερά" και την φτωχοποίηση ντόπιων και ξένων, δεν ειναι και τοσο σίγουρο πως θα το βρεις εκει που το άφησες, άθικτο... και δεύτερον, από το σταχτοδοχείο του αυτοκινήτου που παντα είχε κέρματα, να πάρει μερικα, που παντα άφηνε για τα διόδια της Αττικης Οδου...
Ξεχώρισε. στις τσέπες του, τα χάλκινα κσι τα μπρούτζινα απο τα ασημένια....
Τα μπρούτζινα και χάλκινα, ποτέ, δεν τους εδινε ιδιαίτερη σημασία, μιας και δεν έβλεπε τι έγραφαν και απο την άλλη, θεωρούσε, πως, του έκλεβαν χώρο... Τα έβαλε, λοιπόν, σε ξεχωριστες τσέπες και προχώρησε! Τα κέρματα κουδουνιζαν δυνατά, καθώς περπατούσε....
�Οδευοντας προς το Ναό, σα ν’ αντιλήφθηκε μια αθορυβη και διακριτική σιλουέτα που περπατούσε δίπλα του...
Σα να άκουσε μια αναιπαισθητη φωνή... κατι σαν ψίθυρο. Δεν έδωσε, ομως, σημασία και συνέχισε το δρομο του, χαμένος σε σκέψεις... Όμως, μετά λίγα βήματα..., η σιλουέτα που ενοιωσε, λίγο πριν, τον πλησίασε με τη μορφή ενος νεαρού, με όμορφο πρόσωπο, σεμνά ντυμένου, με μακριά μαλλιά... μια αρχοντική, σεμνή, αλλα σοβαρή εικόνα ενος μελαγχολικού νεαρού άντρα.
Ηταν ενα Αρχοντόπαιδο 25-26 ετών. Κανένα περιττο πράγμα, πάνω του... μονο ενα τατουάζ στο εσωτερικό του αριστερού του βραχίονα, που κατι έγραφε, το οποιο, ομως, ο μπάρμπα Μαρκος, δεν μπορουσε να διαβασει... Τα ματια του δεν τον βοηθούσαν πια!
Μια εικόνα αληθινή, σοβαρή, αξιοπρεπής και σεμνή που σε προδιεθετε με την πρώτη ματιά.
"Κύριε μου" είπε και ανοίγοντας την παλάμη του, έδειξε μια χούφτα διαφορα κέρματα.
Με ήρεμη και σιγανή φωνή, του ειπε: "Μου λείπουν, σκομα, καποια κέρματα για να πάρω το φάρμακο που θα με κρατήσει στη ζωή"...
�Τον μπάρμπα Μαρκο τον διαπέρασαν εκατομμύρια βολτ. Του ήταν αδύνατο να συνδέσει την εικόνα, τη φωνή, τη συγκρότηση του λόγου αυτου του νεαρού, με αυτο που ονομαζεται "επαιτεία".
Κυριολεκτικά τα είχε χάσει.
Μηχανικά έβαλε το χέρι του στην τσέπη με τα χάλκινα κέρματα και χωρίς καθόλου να τα κοιτάξει -δεν άντεχε, τα έβαλε στην παλάμη του νεαρού, ψελλίζοντας: "Είναι πολύ λίγα αγόρι μου, δεν βοηθούν... λυπάμαι, αλλα δεν εχω αλλα... Να παω γρήγορα μεχρι το σπίτι μου και να σου φέρω οσα χρειαζεσαι?
"Δεν χρειάζεται να κουραστείτε, κυριε μου... Δεν είναι λίγα αυτα που μου βάλατε στο χέρι. Ειναι πολλά, γιατι, μαζι με καποια άλλα, και λύνουν προβλήματα και, ίσως, σώζουν καποια ζωή... Να είστε ευλογημένος και να με θυμάστε... Να θυμάστε πως σημερα σώσατε μια ζωή"...
�Ο μπάρμπα Μαρκος δεν άντεχε, αυτα που ενοιωθε. Τον είχε κεραυνοβολήσει αυτο που εζησε και χωρίς τίποτα να πει... ούτε, καν, να κοιτάξει, άκομα μια φορα, το νεαρό άνδρα, γύρισε και έφυγε κατευθυνόμενος βιαστικά προς την εκκλησία...
Όμως όλα αυτα που είχαν προηγηθεί, τον είχαν βγάλει σπο τις εύθραυστες ισορροπίες του!
Ξαφνικα, σταμάτησε και γύρισε πισω... Εξ' άλλου, μονο μερικά βηματα, είχε προλάβει να κανει.
Ήθελε τοσο πολυ να επιβεβαιώσει αυτο, που, μόλις, πριν σπο μερικά δευτερολεπτα, βίωσε και να μιλήσει με το νεαρό άνδρα για μια ακόμη φορα...!!!.
Πίσω του, ομως, δεν ήταν κανένας... Ο μικρός δενδροφυτευμενος δρόμος ήταν άδειος και σε μεγάλη απόσταση δε φαινόταν ψυχη...
Ο δρόμος... ηταν, απλα άδειος, και κανένας, που υπήρχε λιγο πριν, δεν θα μπορουσε να βρει κάποιο μέρος για να κρυφτεί!
Κοίτα, τι φαντασιώσεις δημιουργεί η προχωρημένη ηλικία μου,. Ονειρεύομαι ξύπνιος, σκέφτηκε φωναχτά ο μπάρμπα Μαρκος και συνέχισε να ψάχνει με το βλέμμα τον άδειο δρομο. Τα μάτια του είχαν θολώσει, είχε φύγει από την πραγματικότητα... Δεν ηταν πια εκει, το όραμά του, η ψευδαίσθησή του, τον είχαν ταξιδέψει για καπου αλλού...
Επρεπε να συνέλθει, έπρεπε να επιβεβαιώσει την ψευδαίσθησή του, οτι, όλα αυτα που, μόλις, λιγο πριν, έζησε τοσο ζωντανά, ηταν αληθινά!
Μηχανικά, έβαλε το χέρι στην τσέπη του, εκεί που είχα βάλει τα ασημένια κέρματα... που, ομως έλειπαν! Η τσέπη του ηταν άδεια! Έβαλε με δύναμη το αλλο χέρι του χέρι, στην άλλη τσέπη... τη δεξιά, τοσο δυνατά που παραλίγο να τη σκίσει! Τα μπρούτζινα και τα χάλκινα κέρματα κουδουνισαν, δηλώνοντας την παρουσία τους!
�Ούτε μπόρεσε, ούτε που ήθελε, να δωσει καποια εξήγηση στο βίωμα του αυτο...
Έκανε μεταβολή και περπάτησε προς τ' αυτοκίνητο του.
Είχε ζήσει τόσα πολλά, σε λιγο χρόνο, που, είχε κουραστεί...
Ενοιωθε πολυ όμορφα με αυτα που του συνέβησαν...
Τόση δυστυχία ήρθε στην Ελλαδα, που, πλεον, ο ενας έχει ανάγκη την αγκαλιά και το νοιαξιμο του αλλου...
Αυτο ηταν το μηνυμα του μελαγχολικού νεαρού άνδρα, που κράτησε μεσα του...
Που να βοηθήσει η προσευχή, οταν περνας χωρίς να βλέπεις η να ενδιαφέρεσαι για το πρόβλημα του διπλανού σου...
Κατάλαβε, ο μπάρμπα Μαρκος, πως, και η προσευχή χωρίς εφαρμογή της ανθρωπιάς χάνει την αξια της...
Σε αυτη την ψεύτικη και βρώμικη κοινωνια μονο, μαζι μπορούμε να τα καταφέρουμε...!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου